Το σπήλαιο της Αγ. Τριάδας, Κάρυστος – Ν. Εύβοια:
Είκοσι λεπτά περιπάτου χωρίζουν το δημοτικό σχολείο Καλυβίων από τη σπηλιά της Αγίας Τριάδας, όπου έχουν εντοπιστεί λείψανα νεολιθικής κατοίκησης. Μέσα από τα πλατάνια του παραποτάμιου δάσους ξεπροβάλλει το εκκλησάκι της Αγίας Τριάδας με την ομώνυμη πηγή. Ένα μονοπάτι οδηγεί στην είσοδο της σπηλιάς και από εκεί με ειδικό εξοπλισμό αρχίζει η περιπέτεια της εξερεύνησης. Είναι το μεγαλύτερο σπήλαιο της νότιας Εύβοιας με εξερευνημένο μήκος 2.400 μέτρα. Το σπήλαιο είναι γνωστό από τους αρχαίους χρόνους, εξερευνήθηκε για πρώτη φορά το 1932 από την ομάδα Υπαίθρια Ζωή.
Ένας από τους πιο γνωστούς εξερευνητές του σπηλαίου ήταν ο ορειβάτης – σπηλαιοδύτης Βαγγέλης Βούρτσης. Έως εκεί που έχει γίνει η εξερεύνησή του χωρίζεται σε τέσσερα τμήματα. Σε 420 μέτρα βάθος είναι το πρώτο τμήμα, και μετά από άλλα 150 μέτρα υπάρχει αίθουσα στην οποία υπάρχει καταρράκτης νερού ύψους 30 μέτρων. Κανείς δε γνωρίζει που τελειώνει η σπηλιά της Αγίας Τριάδας. Κάποια ομάδα θαρραλέων σπηλαιοδυτών ας ελπίσουμε ότι κάποτε θα λύσει αυτό το μυστήριο.
Η Σπήλια στο Φαράγγι του Νηλέα (Αράπη)
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας είχε γίνει καταφύγιο για τους κατοίκους της περιοχής. Οι ντόπιοι έφτιαξαν τα δικά τους κρυφά μονοπάτια και τη μικρή σπηλιά που υπάρχει στο φαράγγι την χρησιμοποιούσαν για κρησφύγετο. Το καλοκαίρι του 1823 οι κάτοικοι προσπαθώντας να αποφύγουν τη μανία των Τούρκων κρύφτηκαν και ταμπουρώθηκαν μες στο σπήλαιο. Οι Τούρκοι τους ανακάλυψαν, μην έχοντας άλλο τρόπο για να τους βγάλουν έξω έβαλαν μεγάλη φωτιά στην είσοδο της σπηλιάς με αποτέλεσμα να πεθάνουν όλοι από ασφυξία.
Θαρούνια – Κ. Εύβοια: Σπήλαιο Σκοτεινής
Τα Θαρούνια είναι ένα γραφικό ορεινό χωριό, κτισμένο μέσα στη χαράδρα του χειμάρρου Χόνδρου, βόρεια του Παρθενίου και δυτικά του Τραχηλίου. Kτίστnκε το 1666 από τους εναπομείναντες κατοίκους του παλιού χωριού Κακή Πέτρα που αφανίστηκε από πανώλη. Το αρχαίο όνομα του χωριού ήταν Χαρώνεια ή Χαρούνια από τις σπηλιές και τn γενικότερη διαμόρφωση του εδάφους, που παρουσιάζει εικόνα έχουσα σχέση με τις θεότητες του Άδη Χάρωνα και Πλούτωνα. Από αυτά τα Χαρώνεια βάραθρα πιστευόταν ότι άρχιζε ο δρόμος που οδηγούσε στον Άδη. Τα Χαρώνεια έγιναν Χαρούνια και στη συνέχεια Θαρούνια. Η παρουσία του ανθρώπινου παράγοντα στην περιοχή πιστοποιείται ήδη από τη νεότερη νεολιθική περίοδο κυρίως στην ενδοχώρα και συγκεκριμένα σε σπήλαιο κοντά στο χωριό.
Είναι n σπηλιά Σκοτεινή, που βρίσκεται στη θέση Κακαλίτσα στην κορυφή ασβεστολιθικού βουνού σε ύψος 440 μέτρων. Η σπηλιά ανακαλύφθηκε το 1974, έχει εντυπωσιακό διάκοσμο και εξερευνήθηκε από το γιατρό, ερευνητή και συγγραφέα Θόδωρο Σκούρα. Μέσα σ’ αυτό ανακαλύφθηκε πανίδα της Πλειστόκαινης περιόδου όταν ζούσε ο άνθρωπος της Μέσης παλαιολιθικής περιόδου, που ήταν Κυνηγός αγρίων προϊστορικών ζώων. Βρέθηκαν οστά πολλών ζώων, μεταξύ των οποίων κι ένα απολιθωμένο μηριαίο οστό, που ανήκει στον Ημιόρθιο Ελλαδοπίθηκο, ο οποίος έζησε πριν από ένα εκατομμύριο χρόνια. Στις κοιλότητες των βράχων ανακαλύφθηκαν εστίες φωτιάς των σπηλαιανθρώπων κι ακόμη είδη λατρευτικής φύσης (αγγεία και πήλινα ειδώλια), που μαρτυρούν πως το σπήλαιο της Σκοτεινής υπήρξε για κάποιο διάστημα τόπος λατρείας και ταφής των νεκρών.
Στις ανασκαφές του 1986 ήλθαν στο φως πλήθος από ευρήματα της περιόδου 5300-3400 π.Χ. και δύο ανθρώπινοι σκελετοί της νεολιθικής περιόδου. Εντύπωση προκαλούν ένα σπάνιο αποτύπωμα υφάσματος ή κεντήματος πάνω σε όστρακο, καθώς και διάφορα αποτυπώματα πλέγματος καλαθιού στη βάση μεγάλων άβαφων αγγείων, πέραν όμως των ευρημάτων της Σκοτεινής υπάρχουν ευρήματα και στην ευρύτερη περιοχή του χωριού. Πολλά από αυτά τα ευρήματα μπορεί να θαυμάσει κανείς σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Χαλκίδας.
Τα Σπήλαια της Κύμης
Η περιοχή της Βρωμονέρας, Μετοχίου και Επταού είναι από τις μοναδικές περιοχές στην Ελλάδα με τόσες ενδιαφέρουσες σπηλαιώσεις. Επί 22 χρόνια (1987-2009) προσπάθειες, παρατηρήσεις, σημειώσεις και κυρίως το εξερευνητικό «πάθος» ευάριθμων (πάνω από 60) Ελλήνων σπηλαιολόγων, Άγγλων και Τσέχων αποδεικνύουν ότι η Κύμη δεν είναι μόνο το λιμάνι, τα γραφικά χωριά και οι ακρογιαλιές.
Κύμη είναι και η στεριανή ύπαιθρος, με τα βουνά, τους λόφους και τις άγριες βραχώδεις ακτές. Εκεί κρύβεται ένα εντυπωσιακό γεω-ανάγλυφο με ιδιόμορφα πετρώματα, μια αξιόλογη χλωρίδα–πανίδα και στα υψώματα, ένα καθαρά τοπικό κλίμα του οποίου οι χειμερινές κυρίως εντάσεις αφήνουν τα ίχνη τους βαθιά μέσα στον ευαίσθητο ασβεστόλιθο. Σε αυτό το πέτρωμα έχουν σχηματισθεί, με την πάροδο εκατομμυρίων ετών, σπηλαιώσεις και υπόγεια υδρογραφικά δίκτυα σηράγγων, μέσα από τα οποία το άφθονο βρόχινο νερό των υψωμάτων απάγεται από τις καταβόθρες και εκβάλλει στα χαμηλά, στις πηγές και στις Κολέθρες.
Η μελέτη και η έρευνα των σπηλαίων επέλυσε πολλά προβλήματα, καθώς κάθε σπηλαίωση είναι ένα σύνθετο οικοσύστημα που περιέχει πληροφορίες ακόμα και πριν την ανθρώπινη ύπαρξη. Τέλος με τα σπήλαια συνδέονται λαϊκοί θρύλοι, μύθοι και παραδόσεις, ενώ μερικά από αυτά έχουν μετατραπεί σε εξωκλήσια.
Το κύριο σύστημα υπόγειας αποστράγγισης των υψωμάτων: Σκοτεινή – Μισοβούνι-Βλαχοβούνι—Πιρνερή φαίνεται να γίνεται από ένα δίκτυο φυσικών σηράγγων με κύριες εμφανείς εισόδους τουλάχιστον πέντε καταβόθρες ή τοπικά συστήματα μικροκαταβοθρών και μια κύρια εμφανή έξοδο. Στη Λάκκα (λεκάνη) Βρωμονέρας, όπου και η ομώνυμη πηγή, υπάρχουν τουλάχιστον τρείς μικροκαταβόθρες, απροσπέλαστες από τους σπηλαιολόγους. Επίσης το μικρό σπηλαιοβάραθρο των Κρανίων, όπου έχουν εντοπισθεί μισοχωμένα ανθρώπινα οστά και κρανία. Τέλος, η Χιονίστρα, μια εντυπωσιακή βαραθρώδης παλαιοκαταβόθρα, στον πυθμένα της οποίας διατηρείτο χιόνι μέχρι και τον Αύγουστο.
Στη Λάκκα στου Τσεκούρα (το 1990 ονομάστηκε έτσι από το όνομα κατοίκων) στο Μετόχι, κυριαρχεί η εντυπωσιακή σε υπόγειο ανάγλυφο και βάθος, αλλά ταπεινή στην είσοδό της καταβόθρα. Στη Βαθιά Λάκκα, κάτω από την Πιρνερή και ανάμεσα στο Χελωνιάρη και το Πηγαδάκι, αν και ανεξερεύνητη, υπάρχουν ενδείξεις για υπαγωγή των εκεί καταβοθρών στο σύστημα της Κολέθρας Μετοχίου.
Παπασπηλιά: ανάμεσα στα Πλακερά και την Φτερόλακκα. Στην άκρη μιας μικρής σε διάμετρο δολίνης διανοίγεται βάραθρο με εντυπωσιακό στόμιο. Από το 1987 έχουν αποκαλυφθεί ένα βάθος 245 μ. μέχρι το σιφώνι και βαραθρώδη κατεβάσματα έως και 100μ. Κολέθρα Μετοχίου, 2 χλμ. ΝΑ του Μετοχίου. Η εντυπωσιακή είσοδος της σπηλαίωσης πρωτοεξερευνήθηκε το 1989 από Τσέχους σπηλαιοδύτες συνεπικουρούμενους από Έλληνες συναδέλφους τους. Ο ΣΠΕΛΕΟ προσπέλασε το γνωστό χερσαίο τμήμα και ανακάλυψε νέο σπήλαιο πολύ κοντά, το οποίο μάλλον αποτελεί τμήμα της. Για την Κολέθρα υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να έχει άμεση σύνδεση με τη Λάκκα του Τσεκούρα.
Τα σπήλαια και βάραθρα ή φυσικά φρέατα, που προσεγγίζονται πιο εύκολα είναι: Το σπήλαιο Αγίασμα, κάτω από την πηγή Εφταό με βάθος 20 μ. Στο εσωτερικό του υπάρχει μικρό εικονοστάσι. Ο Λαχανόλακκος στα ΒΑ ριζά της Σκοτεινής με τα εξής μυστικά του:
- Την Άπα-τρύπα: η άπατη τρύπα που το 2005 απέκτησε πάτο στα 75μ.
- Το Διδυμάκι, δίπλα στην Άπα-Τρύπα με βάθος 30μ.
Την Ανεμότρυπα ή ψυγείο: είναι η σπηλαίωση που βγάζει το καλοκαίρι παγωμένο αέρα, πιθανά προερχόμενο από τα χιονοκάρκαρα της Σκοτεινής.
Η Τρούπα του Ρουμπή: ένα βάραθρο 73μ. σχεδόν κατακόρυφο με ελλειπτική είσοδο.
Κουμιώτικες Χιονότρυπες: πρόκειται για σπηλαιώσεις με κρυσταλλόχιονο. Είναι βάραθρα που για λόγους χαρτογράφησης αριθμήθηκαν από Β1 έως Β12, ενώ σε μερικά χρησιμοποιήθηκαν και τοπικά προσωνύμια. Βάραθρο Αντίκλινου, από την διαμόρφωση του Ασβεστόλιθου (Αντίκλινο) στην είσοδό του.
Βάραθρο των αγνώστων σπηλαιολόγων: βρέθηκαν αγκυρώσεις από προηγούμενες επισκέψεις σπηλαιολόγων. Η περίφημη χιονότρυπα, επισκέψιμη και από τους κατοίκους, Βάραθρο, Αστόχαστη Τρούπα ή Χάος, υπόγεια αίθουσα 16 χ 11 χ 8 (μήκος χ πλάτος χ ύψος).
http://ntokimanter.gr/videos/ta-spilaia-tis-kymis
https://www.youtube.com/watch?v=STtJgQ-viMY
Στην Άτταλη – Κ. Εύβοια: Σπήλαιο που χαρακτηρίζεται για την βύθισή του κάθε χρόνο μερικά εκατοστά.
Μόνο οι κάτοικοι της περιοχής της Άτταλης, ή έστω και των διπλανών χωριών Πλατάνας και Μακρυκάπας, γνωρίζουν την ύπαρξή της, παρόλο που πρόκειται για τη μεγαλύτερη επιφανειακή σπηλιά της Εύβοιας. Βρίσκεται στην είσοδο ενός φαραγγιού βορειοδυτικά της Άτταλης και η πελώρια αίθουσά της, αποτελώντας έναν ιδανικό χώρο προϊστορικής κατοίκησης, υπόσχεται πολλές εκπλήξεις σε ενδεχόμενη αρχαιολογική και γενικότερα επιστημονική έρευνα.
Η σπηλιά της Άτταλης, ή αλλιώς σπηλιά του Κάκαβου, είναι επιφανειακή, δεν είναι δηλαδή βαραθροσπηλιά, όπως άλλες γνωστές της Εύβοιας και, απ’ όσο ξέρουμε, δεν υπάρχει άλλη επιφανειακή σπηλιά τόσο μεγάλη. Το πλάτος της φτάνει τα 30 μέτρα περίπου και το μήκος της τα 40, ενώ το ύψος της κεντρικά πλησιάζει τα 10 μέτρα. Το δάπεδο, που είναι σε γενικές γραμμές ομαλό, έχει κλίση προς τα έξω και κάποια τμήματά του καλύπτονται από ασβεστολιθικές σπηλαιοαποθέσεις. Σε πολλά σημεία της οροφής κρέμονται μικροί σταλακτίτες, αλλά διακρίνονται και απομεινάρια μεγαλύτερων σταλακτιτών, που δυστυχώς έχουν καταστραφεί από ανθρώπινο χέρι. Στα τοιχώματα υπάρχουν διάφοροι σταλακτιτικοί σχηματισμοί, κυρίως κατακόρυφες πτυχώσεις (“κουρτίνες”), όπως και μικρότερες ή μεγαλύτερες τρύπες (“κλειδαρότρυπες”), αλλά και όμορφα γραμμωτά σχέδια (“νερά”) στην επιφάνεια των πετρωμάτων.
Λέγεται ότι κάποτε – άγνωστο πότε – υπήρχε στο βάθος της σπηλιάς ένα πέρασμα, η αρχή ενός τούνελ δηλαδή, που συνέχιζε μέσα στο βουνό, αλλά είναι φραγμένο πια από τις ασβεστολιθικές αποθέσεις. Οι ντόπιοι λένε, επίσης, ότι σε πολύ μακρινή εποχή υπήρχε και εκκλησάκι στο εσωτερικό της σπηλιάς.