Η Ευβοϊκή γη κρύβει στα σπλάχνα της μοναδικούς και πολύτιμους παλαιοντολογικούς θησαυρούς, που περιμένουν να τους “ανακαλύψετε”.
Ιαματικές πηγές και Ιαματικά Λουτρά
Ιαματικές πηγές ονομάζονται οι φυσικές αναβλύσεις των θερμών νερών, τα οποία με τα συστατικά που περιέχουν είναι κατάλληλα για την ίαση διαφόρων παθήσεων. Φημισμένα για τις ιαματικές πηγές τους είναι τα Λουτρά Αιδηψού στη Βόρεια Εύβοια.
Οι ιαματικές πηγές της Αιδηψού θεωρούνται από τις πιο περιεκτικές σε θεραπευτικά συστατικά και τις πιο αποτελεσματικές παγκοσμίως. Σήμερα υπάρχουν περισσότερες από 80 ιαματικές πηγές που η θερμοκρασία τους κυμαίνεται από 28 °C μέχρι 80 °C. Οι εκθέσεις των ειδικών υδρολόγων γιατρών, αλλά και άλλων επιστημόνων, καταλήγουν σε συμπεράσματα, ότι τα ιαματικά νερά της Αιδηψού και των Γιάλτρων ενδείκνυνται για παθήσεις όπως: Αρθροπάθειες, Ρευματοπάθειες, Σπονδυλαρθρίτιδας, Οσφυαλγίες, Ισχιαλγίες, Αγκυλώσεις, Ημικρανίες, Τενοντίτιδες, Χρόνιες γυναικολογικές παθήσεις, Αγγειοπάθειες, αλλά και της αναζωογόνησης της αισθητικής και της ομορφιάς κλπ.
Το Απολιθωμένο δάσος και το Μουσείο Απολιθωμένων Θηλαστικών Κερασιάς
Το Απολιθωμένο δάσος της κερασιάς βρίσκεται στη Β. Εύβοια και είναι ένα μοναδικό φυσικό μνημείο της Γεωλογικής μας κληρονομιάς με εξαιρετικό ενδιαφέρον. Σημαντικά είναι τα ευρήματα απολιθωμένων κορμών σ’ ολόκληρη την περιοχή. Εκεί, μέσα στα αγροκτήματα, εμφανίζονται συστάδες απολιθωμένων δέντρων, μεγάλων διαστάσεων, καθώς επίσης και κομμάτια απολιθωμένων κορμών. Από μελέτες που έγιναν στην παλαιοχλωρίδα της περιοχής, εικάζεται ότι αυτή έχει ηλικία 10-25 εκατομμύρια χρόνια. Η δημιουργία του Απολιθωμένου Δάσους συνδέεται με την έντονη ηφαιστειακή δραστηριότητα που εκδηλώθηκε στην περιοχή πριν από 10-25 εκατομμύρια χρόνια.
Το Μουσείο Απολιθωμένων Θηλαστικών Κερασιάς εγκαινιάστηκε το Σεπτέμβριο 2006 και στεγάζει τον παλαιοντολογικό πλούτο της περιοχής. Στις ανασκαφές στην Κερασιά έχουν βρεθεί απολιθώματα θηλαστικών που έζησαν στην Εύβοια πριν από περισσότερα από έξι εκατομμύρια χρόνια. Τα ευρήματα αυτά, κατάλληλα συντηρημένα από το Πανεπιστήμιο Αθηνών, παρουσιάζονται για πρώτη φορά στο κοινό με πρωτότυπο τρόπο.
Για περισσότερες πληροφορίες επισκεφθείτε τον ιστότοπο του Μουσείου Απολιθωμένων Θηλαστικών Κερασιάς
Το Ηφαίστειο Οξυλίθου
Ο Οξύλιθος είναι χωριό της Κεντροανατολικής Εύβοιας χτισμένο σε υψόμετρο 190 μέτρων και απέχει 10 χιλιόμετρα από την Κύμη.
Το χωριό πήρε το όνομά του από τον οξυκόρυφο λόφο ηφαιστειακής προέλευσης που υψώνεται βόρεια του οικισμού.
Το Ηφαίστειο Οξυλίθου δημιουργήθηκε πριν περίπου 11 εκατομμύρια χρόνια στο μέσο της λεκάνης της Κύμης και αποτελεί το πιο εμφανές ηφαιστειακό υπόλειμμα στο κεντρικό Αιγαίο. Ο λόφος ύψους 414 μέτρων και είναι μέρος μια ηφαιστειακής ράχης που εκτείνεται από τη θάλασσα μέχρι το χωριό Κήποι Ευβοίας και έχει μήκος 6 χιλιόμετρα και πλάτος 2-4 χιλιόμετρα.
Το ηφαίστειο έχει μελετηθεί από πολλούς ερευνητές, κυρίως Ιταλούς και Έλληνες, διότι θεωρείται το πιο προφανές υπόλειμμα ηφαιστειακής δραστηριότητας στην ευρύτερη περιοχή του κεντρικού Αιγαίου. Από την εξέταση των ηφαιστειακών πετρωμάτων (κυρίως δακίτες και λιγότερο ανδεσίτες), έδειξε ότι πρόκειται για πετρώματα που δημιουργήθηκαν πριν έντεκα (11) εκατομμύρια χρόνια περίπου. Σήμερα είναι ανενεργό.
Τα Λιγνιτωρυχεία της Εύβοιας
Δύο είναι τα κυριότερα λιγνιτωρυχεία στην Εύβοια, στο Άγιο Λουκά Αλιβερίου και στο Έντζι σους Καλιμεριάνους της Κύμης
Το λιγνιτωρυχείο Αλιβερίου βρίσκεται 4 χλμ. βόρεια της πόλης του Αλιβερίου κοντά στο χωριό Άγιος Λουκάς. Εκεί στην περιοχή Μπρινιάς η εξόρυξη λιγνίτη γινόταν υπόγεια, ενώ στην παρακείμενη περιοχή Μαρμαρένια ο λιγνίτης εξορυσσόταν μέσω επιφανειακής εκσκαφής.
Η ύπαρξη του λιγνίτη στην περιοχή ήταν γνωστή από την αρχαιότητα, ωστόσο η βιομηχανική εκμετάλλευσή του πραγματοποιήθηκε κυρίως κατά τα έτη 1950 – 1980. Η υπόγεια όσο και η επιφανειακή εκμετάλλευσή των λιγνιτικών αποθεμάτων άρχισε το 1873. Εξαιτίας μιας πλημμύρας που κατέστρεψε τις επιφανειακές εγκαταστάσεις, η εξόρυξη σταμάτησε το 1897 για να αρχίσει ξανά μετά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο. Κατά τα χρόνια που ακολούθησαν, η εξόρυξη λιγνίτη δεν ήταν σταθερή. Στα πλαίσια αυτά, λίγο μετά την ίδρυση της ΔΕΗ (1950), η Ελληνική Κυβέρνηση προχώρησε σε συνεργασία με την εταιρεία Ebasco Services Inc. για μια περίοδο 5 ετών, με σκοπό την εξασφάλιση της απαραίτητης τεχνογνωσίας για την εγκαθίδρυση και τη λειτουργία μονάδων παραγωγής ηλεκτρισμού.
Το 1951 η ΔΕΗ αναλαμβάνει τη υπόγεια εκμετάλλευση των ορυχείων, εφαρμόζοντας σύγχρονες και ασφαλέστερες μεθόδους εξόρυξης, εξασφαλίζοντας την αύξηση της παραγωγής στους 750 χιλιάδες τόνους το χρόνο. Από το χώρο του λιγνιτωρυχείου, που βρίσκεται στην περιοχή Μπρινιάς και Μαρμαρένια του γειτονικού χωριού Άγιος Λουκάς, ο λιγνίτης μεταφερόταν μέσω σιδηροδρομικής γραμμής στον Κάραβο Αλιβερίου, όπου χτίστηκε το πρώτο ατμοηλεκτρικό εργοστάσιο της χώρας, με δυο γεννήτριες των 40.000 KW, ύπαρξη διαθέσιμων και ικανών λιγνιτικών αποθεμάτων σε κοντινή απόσταση από το εργοστάσιο συντέλεσε αφενός στη γρήγορη όσο και αποτελεσματική λειτουργία του ατμοηλεκτρικού εργοστασίου.
Ένα σημαντικό πρόβλημα για τη λειτουργία και την ασφάλεια του ορυχείου ήταν τα υπόγεια ύδατα της περιοχής. Η παρουσία μεγάλης ποσότητας νερού από υπόγεια ρεύματα απαιτούσε τη συνεχή απάντλησή του στην επιφάνεια, ενώ μετά την ολοκλήρωση των υπόγειων και επιφανειακών εξορυκτικών εργασιών η περιοχή εμφανίζει ένα σύνθετο περιβάλλον υδρολογικών, γεωχημικών και γεωτεχνικών συνθηκών. Οι συνθήκες αυτές έχουν μελετηθεί και έχουν προταθεί και μέτρα για τη μελλοντική ανάπτυξη της περιοχής, κατά την μετα-εξορυκτική περίοδο.
Η εκμετάλλευση των αποθεμάτων κρίθηκε οικονομικά ασύμφορη στις αρχές της δεκαετίας του 1980, οπότε και έπαψε τόσο η υπόγεια όσο και η επιφανειακή εξόρυξη του λιγνίτη. Στο χώρο της επιφανειακής εξόρυξης στην περιοχή Μαρμαρένια έχει απομείνει μια μεγάλη κοιλότητα στο έδαφος που από τα υπόγεια νερά της περιοχής έχει μετατραπεί σε λίμνη. Οι εγκαταστάσεις του ορυχείου έχουν εγκαταλειφθεί στη φθορά του χρόνου, εκτός από ένα μικρό τμήμα των κτηρίων που υπήρχαν που στεγάζει τις ανάγκες του Κλιμακίου Μεταλλικών Κατασκευών της ΔΕΗ. Στις παρακείμενες του ορυχείου οικίες, που κατά τα χρόνια λειτουργίας τους κατοικούσαν δεκάδες εργαζομένων με τις οικογένειές τους σήμερα διαμένουν ελάχιστοι.
Η Πέτρα και τα Μάρμαρα Καρύστου
Στον ορυκτό πλούτο της νότιας Εύβοιας στην Καρυστία, ξεχωριστή θέση έχουν τα Μάρμαρα και η πέτρα Καρύστου. Είναι ένα υλικό που χρησιμοποιείται εδώ και πολλούς αιώνες στην οικοδομική. Είναι εξαιρετικά ανθεκτική, έχει εξαίρετες μονωτικές ιδιότητες, χαρίζει υψηλά αισθητικά αποτελέσματα ενώ ταιριάζει με πολλά αρχιτεκτονικά και διακοσμητικά στυλ.
Τα παλιά χρόνια χρησιμοποιούνταν περισσότερο ως μονόλιθοι μεγάλων διαστάσεων, ιδίως για κολόνες σε διάφορα κτίρια. Σήμερα χρησιμοποιούνται κυρίως για εντοιχισμό και επίστρωση δαπέδων.
Το είδος των Καρυστινών Μαρμάρων είναι γνωστά στο εμπόριο ως “Τσιπολίνο”, από την ιταλική λέξη Cipolla = κρεμμύδι, επειδή κάνει τις αποχρώσεις και τα νερά ενός κρεμμυδιού.
Το Καρυστινό Μάρμαρο είναι σκληρό και δεν έχει διεισδυτικότητα στο φως όπως τα άλλα αντίστοιχα Μάρμαρα της Πάρου, της Πεντέλης κ.λ.π. Η σπουδαιότερη περιοχή εξόρυξης μαρμάρων κατά την αρχαιότητα ήταν τα Χαλίκια που περιλαμβάνει περί τα 70 Αρχαία λατομεία. Μερικές από τις κατασκευές που χρησιμοποιήθηκε το Καρυστινό Μάρμαρο είναι:
Η βιβλιοθήκη του Ανδριανού στην Αθήνα, η Βασιλική του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη, οι ναοί της Αγίας Σοφίας και των Αγίων Αποστόλων στην Κωνσταντινούπολη, η Βασιλική της Γάζας, η Δημόσια βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης, οι Βασιλικές του Αγίου Μάρκου στη Βενετία, ο Άγιος Πέτρος στη Ρώμη, ο Καθεδρικός Ναός του Λονδίνου και πολλές άλλες.
O Λευκόλιθος στην βορειοκεντρική Εύβοια
Το βορειοκεντρικό τμήμα της Εύβοιας είναι μια περιοχή η οποία διέθετε και διαθέτει πλούσια κοιτάσματα λευκόλιθου, ενός ορυκτού με ποικίλες εφαρμογές και με μεγάλη ζήτηση. Η σημαντική αυτή δραστηριότητα, άφησε πολύτιμα ίχνη στο πέρασμά της, κάποια ορατά, όπως βιομηχανικά κτήρια, ορυχεία, συστήματα μεταφοράς, σκάλες φόρτωσης και άλλα που έχουν εγγραφεί στις μνήμες των ανθρώπων που έζησαν εκείνη την περίοδο. Εμφανή σήμερα είναι, επίσης, και τα σημάδια που άφησε αυτή η δραστηριότητα στο φυσικό ανάγλυφο της περιοχής. Ο λευκόλιθος (MgCO3) είναι ένα ανθρακικό ορυκτό του μαγνησίου. Είναι παρόμοιος με τον ασβεστόλιθο, αλλά πολύ σπανιότερος. Ο ελληνικός λευκόλιθος (μαγνησίτης) είναι συμπαγής ως πορώδης και σκληρός ως εύθρυπτος. Έχει χρώμα λευκό και κογχώδη θραυσμό. Ο Κρυπτοκρυσταλλικός λευκόλιθος (μαγνησίτης) υπάρχει στη Βόρεια Εύβοια, τη Χαλκιδική τη Λέσβο κλπ.
Ο λευκόλιθος χρησιμοποιείται για την κατασκευή βασικών πυρίμαχων που αντέχουν τις πολύ υψηλές θερμοκρασίες και για ειδικούς τύπους τσιμέντου και κονιάματα που χρησιμοποιούνται στις βιομηχανίες χαρτιού, καουτσούκ και τις φαρμακοβιομηχανίες. Πηγή «Η Φωνήτου Κηρεώτη»
Σήμερα, στην ευρύτερη περιοχή τα εγκαταλειμμένα λατομεία έχουν καταβληθεί σε 3 πανέμορφες λίμνες, με κόκκινο και τυρκουάζ χρώμα, ανάλογα με το πέτρωμα. Στις λίμνες υπάρχουν ψάρια του γλυκού νερού και καταβάλλεται προσπάθεια να γίνονται κωπηλατικοί αγώνες.